Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

“Πώς βγήκα στην άλλη όχθη”: Μια εξομολόγηση που απομυθοποιεί το «τέρας» της μοναξιάς

 

Η αίσθηση πνιγμού είναι η χειρότερη σκέψη για μένα. Η ιδέα ότι παλεύεις να βγεις στην επιφάνεια ενώ το οξυγόνο λιγοστεύει. Αυτό ένιωθα καθώς πλησίαζα τα 30. Βρέθηκα να παραιτούμαι και να αφήνομαι στα ρεύματα που με παράσερναν. Αποφάσισα ότι αυτή ήταν η μοίρα μου – όμως ευτυχώς, είχα απόλυτο άδικο.

Καθώς, λοιπόν, πλησίαζα τα 30, βρέθηκα να πνίγομαι στη μοναξιά. Είχα αρχίσει να απομονώνομαι με πικρία, προσπαθώντας να δημιουργήσω απόσταση ώστε να βυθιστώ με την ησυχία μου στη μοναξιά. Προετοίμαζα τον εαυτό μου για μια δεκαετία μοναξιάς καθώς έμπαινα και στα 30 χωρίς να έχω σχέση.

10 μέρες πριν τα γενέθλιά μου, αποφάσισα να γράψω τι ήθελα από τον εαυτό μου σε αυτή τη δεκαετία. Έγραψα πολλές σελίδες μιλώντας για τις απογοητεύσεις των 20 και τις ελπίδες των 30. Ένα επαναλαμβανόμενο συναίσθημα που εντόπισα από τα 20 μου ήταν η απογοήτευση συνδυασμένη με την ερωτική σύγχυση.

Είχα δημιουργήσει μια βεβαιότητα για την ανάπτυξη της μοναξιάς στα 30 μου καθώς ένιωθα να μεγαλώνω και οι ευκαιρίες των ραντεβού μειώνονταν. Και καθώς έγραφα, αποφάσισα ότι το ότι θα είμαι μόνη δεν σημαίνει ότι θα ένιωθα μοναξιά. Η άποψή μου άλλαξε.

Πήρα την απόφαση ότι θα περνούσα τα 30 μου στην απέναντι πλευρά της μοναξιάς. Έχτιζα έναν τοίχο τούβλο το τούβλο για μέρες, πενθώντας το μόνιμο διαζύγιό μου από τη μοναξιά. Τα δάκρυα που έπεφταν κατά τη διάρκεια άνοιξαν το μονοπάτι που είχα ήδη αρχίσει να περπατώ. Κι έτσι γνωρίζω ότι θα υπάρξει εξέλιξη και άνθηση στην απέναντι πλευρά.

Στην άλλη πλευρά της μοναξιάς, βρήκα την ηρεμία του να έχω ακόμα τον εαυτό μου, ακόμα κι αν δεν έχω άλλους στο πλάι μου. Στην άλλη πλευρά της μοναξιάς, βρήκα την ευκαιρία να κινούμε όπως εγώ το επιλέγω. Στην άλλη πλευρά της μοναξιάς, βρήκα την δημιουργικότητά μου να οργιάζει και να περιμένει ανυπόμονη να εμφανιστώ.

Στην άλλη πλευρά της μοναξιάς, βρήκα λίγο πολύτιμους φίλους που μου έκαναν παρέα. Αλλά συνάμα βρήκα αυτοπεποίθηση χωρίς ανάγκη επιβεβαίωσης. Αν είστε μόνοι, δεν χρειάζεται να νιώθετε μοναξιά.

Brandi Nikkale

(Μετάφραση – Επιμέλεια: Στεφανία Βαρούχου από το thoughtcatalog.com)

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2020

Έρμαν Έσσε: Οι άνθρωποι ενώνονται γιατί ο ένας νιώθει φόβο μπροστά στον άλλο

Η κοινότητα είπε ο Ντέμιαν, είναι κάτι ωραίο. Αλλά αυτές οι κοινότητες, που κάθε τόσο ανθίζουν, είναι ψεύτικες. Μια νέα και αληθινή κοινότητα θα προέλθει από την αμοιβαία συνεννόηση των ατόμων, και μόνο αυτή θα ξαναπλάσει τον κόσμο.

Αυτό που σήμερα περνά για κοινότητα, δεν είναι τίποτ' άλλο παρά αγέλη. Οι άνθρωποι ενώνονται γιατί ο ένας νιώθει φόβο μπροστά στον άλλο. Τα αφεντικά για τον εαυτό τους, οι εργάτες το ίδιο, οι μορφωμένοι το ίδιο!

Και γιατί φοβούνται;

Έχει κανείς φόβο, αν δε συμφωνεί με τον εαυτό του.

Φοβούνται λοιπόν, γιατί δεν έχουν γνωρίσει τον εαυτό τους.

Συγκεντρώνονται όλοι μαζί, γιατί τους τρομάζει το άγνωστο που έχουν μέσα τους!

Νιώθουν όλοι πως οι παλιοί νόμοι δεν ισχύουν πια- ζουν με τα παλιά ήθη, αλλά ούτε οι θρησκείες ούτε η ηθική μπορούν να τους χρησιμέψουν.

Περισσότερο από εκατό χρόνια η Ευρώπη σπουδάζει και χτίζει εργοστάσια!

Ξέρουν καλά πόσα γραμμάρια μπαρούτι χρειάζεται για να σκοτώσουν έναν άνθρωπο, αλλά δεν ξέρουν πώς να προσευχηθούν και πώς να περάσουν μια πραγματικά, ευχάριστη ώρα.

Πήγαινε να δεις σε μια ταβέρνα πώς διασκεδάζουν οι φοιτητές. Ή σε μια συγκέντρωση πλουσίων, όπου διασκεδάζουν! Παντού απελπισία!

Αγαπητέ Σίνκλερ, από όλ' αυτά δεν μπορεί να βγει τίποτε το καθαρό. Οι άνθρωποι αυτοί, που ενώνονται μεταξύ τους από φόβο, είναι γεμάτοι άγχος και κακία, κανείς δεν εμπιστεύεται τον άλλο. Γαντζώνονται από ιδεώδη που δεν υφίστανται πια, και λιθοβολούν οποιονδήποτε επιχειρεί να προσφέρει ένα καινούριο ιδεώδες.

Χαρούμενος μέσα στην ψυχρή νύχτα γύριζα σπίτι. Εδώ κι εκεί στους δρόμους της πόλης περιφέρονταν φοιτητές μεθυσμένοι, τρικλίζοντας και κάνοντας θόρυβο. Πολλές φορές αισθάνθηκα την αντίθεση ανάμεσα στον κωμικό τρόπο της χαρούμενης ζωής τους και της δικής μου μοναξιάς. Συχνά ένιωθα στέρηση κι άλλοτε διάθεση ειρωνείας.

Αλλά ποτέ δεν ένιωσα, όπως σήμερα, με γαλήνη και απόλυτη σιγουριά, πόσο ξένος και αταίριαστος ήταν αυτός ο κόσμος για μένα.

Θυμόμουν μερικούς υπαλλήλους της πατρίδας μου, ηλικιωμένους, αξιοσέβαστους κυρίους, που νοσταλγούσαν τα φοιτητικά τους χρόνια με τις ελευθερίες και τις ασωτίες, σα να 'ταν ο παράδεισος της ευτυχίας, όπως ακριβώς ποιητές και ρομαντικοί υμνούν τα παιδικά τους χρόνια.

Παντού τα ίδια! Παντού γύρευαν την "ελευθερία" και την "ευτυχία", από φόβο και έλλειψη ευθύνης- γιατί θα μπορούσαν να ακολουθήσουν το δρόμο που τους έδειχνε η ευθύνη τους. Μερικά χρόνια λοιπόν γλεντοκοπούν και ασωτεύουν κι έπειτα γίνονται σοβαροί, δημόσια πρόσωπα.

Ναι, όλα ήταν σάπια, σάπια πέρα για πέρα, κι αυτές οι ανοησίες των φοιτητών χίλιες φορές χειρότερες από πολλές άλλες.

Έρμαν Έσσε, Ντέμιαν